ΟΜΟΒΡΟΝΤΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΣ
Η Ελλάδα επιστρέφει μετά από 4 χρόνια αποκλεισμού
Η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές είναι στο επίκεντρο σχολίων και
αναλύσεων στον διεθνή Τύπο, όπου οι περισσότεροι αναλυτές αντιμετωπίζουν
με συγκρατημένη αισιοδοξία το εγχείρημα, αν και διατυπώνονται και
αρκετές και ενστάσεις.
Η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές- που συντελείται νωρίτερα από
ότι αναμενόταν- σηματοδοτεί ένα σημαντικό σημείο καμπής μετά το μνημόνιο
του 2010 και είναι μια θετική ένδειξη για την γενικότερη πορεία της
ευρωζώνης η οποία βρέθηκε κοντά στην κατάρρευση πριν από δύο χρόνια,
καθώς το πρόβλημα χρέους της Ελλάδας, προκάλεσε κρίση σε ευρωπαϊκό
επίπεδο όπως γράφουν οι Financial Times.
Οι
μεγαλύτεροι αγοραστές του νέου πενταετούς ομολόγου αναμένεται να είναι
ελληνικές τράπεζες και κάποιοι διεθνείς επενδυτές, σημειώνουν οι FT.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, «μετά από τρία χρόνια, στα οποία
υλοποίησε πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα ελπίζει ότι
οι κεφαλαιαγορές είναι διατεθειμένες να διαθέσουν στο κράτος
μακροπρόθεσμα δάνεια», επισημαίνει η Süddeutsche Zeitung,
προσθέτοντας ότι τα επιτόκια για ελληνικά ομόλογα δεκαετούς διάρκειας
έπεσαν από το 8 στο 6%. «Είναι μια ένδειξη ότι οι επενδυτές δεν θεωρούν
πλέον τόσο επικίνδυνα τα ελληνικά ομόλογα. Πρόκειται για το χαμηλότερο
επιτόκιο από τότε που άρχισε η κλιμάκωση της κρίσης πριν από πέντε
χρόνια», αναφέρει το δημοσίευμα.
Ωστόσο, «δεν συνιστά επιστροφή
στην ομαλότητα» η επιστροφή της Ελλάδας στις κεφαλαιαγορές, εκτιμά η
αναλύτρια Κέρστιν Γκάμελιν, εξηγώντας ότι «ομαλή είναι (σ.σ. Deutsche
Welle: μια κατάσταση) όταν μια χώρα που θέλει να λάβει δάνεια μπορεί να
επιλέξει τον καλύτερο δανειστή…Φερέγγυος οφείλει να είναι ο πιστωτής, να
προσφέρει χαμηλό επιτόκιο και τους καλύτερους όρους αποπληρωμής του
δανείου. Με γνώμονα αυτά τα κριτήρια, υπάρχει για την πληττόμενη από την
κρίση Ελλάδα μόνον ένας πιστωτής: το ταμείο διάσωσης του ευρώ», τονίζει
η Κέρστιν Γκάμελιν, απαριθμώντας τα πλεονεκτήματα του μηχανισμού
στήριξης.
«Όλα αυτά θα τελειώσουν όταν δανεισθεί η Ελλάδα από τις
αγορές, όπου η κατανόηση και η αλληλεγγύη θεωρούνται άγνωστα
νομίσματα», υπενθυμίζει η γερμανίδα αναλύτρια, αποδίδοντας σε
«ιδιαίτερες συνθήκες» και όχι σε ομαλότητα τον δανεισμό με επιτόκιο γύρω
στο 5%.
Και αυτές οι συνθήκες είναι, σύμφωνα με την Κέρστιν
Γκάμελιν το γεγονός ότι «οι δανειστές της ευρωζώνης προτιμούν να μην
χορηγήσουν πλέον άλλα δάνεια στην Ελλάδα με „super“ ευνοϊκούς όρους».
Στόχος τους είναι «να αποδειχθεί ότι ήταν ορθή η πολιτική διάσωσης που
ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα».
Θα πρέπει «να πείσουν για αυτό τους
φορολογουμένους στις χώρες τους, κυρίως στη Γερμανία», υποστηρίζει η
Γκάμελιν, παραπέμποντας ταυτόχρονα στα συμφέροντα της ελληνικής πλευράς.
«Ο συντηρητικός πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς θέλει ενόψει των εκλογών
να διασώσει τον κυβερνητικό του συνασπισμό, ο οποίος κυβερνά με
πλειοψηφία δύο εδρών. Η επιδίωξή του είναι συμβατή με το πνεύμα των
δανειστών», επισημαίνει η αναλύτρια, διευκρινίζοντας ότι εάν η
συγκυβέρνηση υποστεί ήττα στις ευρωεκλογές και τις δημοτικές εκλογές,
τότε θα είναι σχεδόν αδύνατο να αποτραπούν πρόωρες βουλευτικές εκλογές.
Σε αυτή την περίπτωση θα υπάρξει ο κίνδυνος ακυβερνησίας, η οποία «θα
βύθιζε την Ελλάδα εκ νέου σε κρίση και θα έθετε σε κίνδυνο την
ευρωζώνη».
«Στα τέσσερα χρόνια της ελληνικής κρίσης διατυπώθηκαν
διάφορα αισιόδοξα σενάρια. Κανένα από αυτά δεν επαληθεύτηκε», τονίζει η
Κέρστιν Γκάμελιν.
Σε σχετικό ρεπορτάζ στην Die Welt,
γίνεται αναφορά στις απόψεις του Άλαν φον Μέρεν, επικεφαλής αναλυτή της
Danske Bank A/S της Κοπεγχάγης, ο οποίος τονίζει: «Οι Έλληνες
αξιοποιούν τη βελτιωμένη τους αξιοπιστία στην Ευρώπη». Και ο αναλυτής
συνεχίζει: «Πρόκειται για ένα καλό παράδειγμα βελτίωσης των πραγμάτων.
Φυσικά και δεν έχουν επιλυθεί όλα τα προβλήματα».
Έντονο είναι το ενδιαφέρον του ολλανδόφωνου βελγικού Τύπου σε
σχέση με την έξοδο της Ελλάδας για δανεισμό από τις διεθνείς αγορές. Η
έκδοση του πρώτου ελληνικού ομολόγου ύστερα από 4 χρόνια βρίσκεται πλέον
«προ των πυλών» αναφέρει σημερινό δημοσίευμα της De Standaard υπό
τον τίτλο «Η Ελλάδα επιστρέφει στις χρηματαγορές». Πρόκειται για μια
σειρά πενταετούς ομολόγου, η διάθεση του οποίου θα ξεκινήσει πιθανότατα
σήμερα, που θα ανοίξει το βιβλίο προσφορών, επισημαίνει η εφημερίδα,
παραπέμποντας σε σχετικά δημοσιεύματα της Καθημερινής και της Wall
Street Journal. «Θα είναι η πρώτη φορά από το 2010 που η Ελλάδα βγαίνει
εκ νέου στις αγορές» προσθέτει.
Επισημαίνεται ότι η εν λόγω
έκδοση, η οποία έχει ως στόχο να συγκεντρωθούν κεφάλαια ύψους 2 δισ.
ευρώ, απευθύνεται αποκλειστικά στους ξένους επενδυτές. Η αιτία είναι να
αποδείξει η Ελλάδα ότι σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να γίνει λόγος για
στήριξη του νέου ομολόγου από τις εγχώριες τράπεζες. Στόχος είναι να
αποσταλεί ένα σαφές μήνυμα ότι οι ξένες αγορές έχουν αποκαταστήσει την
εμπιστοσύνη τους προς την Ελλάδα.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, το
κρίσιμο στοιχείο, για να αξιολογηθεί η επιτυχία του εγχειρήματος, έχει
να κάνει με το ύψος του επιτοκίου που θα διαμορφωθεί. Την περίοδο αυτή
το κόστος δανεισμού των χωρών του Νότου έχει υποχωρήσει σε ιδιαίτερα
χαμηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα το spread των ελληνικών ομολόγων να
κυμαίνεται γύρω στο 6%, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι ξένοι επενδυτές
αναζητούν ευκαιρίες για κέρδη, παρατηρεί. Ως εκ τούτου, τονίζει η
εφημερίδα, η χρονική αυτή στιγμή είναι όντως καλή για έξοδο στις αγορές.
Ωστόσο, προσθέτει η εφημερίδα, εξακολουθούν να υπάρχουν ερωτηματικά για
τον βαθμό που η Ελλάδα θα είναι σε θέση να τηρήσει τις υποχρεώσεις που
έχει αναλάβει. Ο αποπληθωρισμός αποτελεί την μεγαλύτερη πηγή ανησυχίας,
συμπληρώνει. Κατά την περυσινή χρονιά οι τιμές υποχώρησαν κατά 1,1%
γεγονός που σημαίνει ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αυξηθεί
περισσότερο από ότι αναμενόταν. Ένα άλλο μεγάλο ερώτημα - συνεχίζει -
είναι κατά πόσον η Ελλάδα θα καταφέρει φέτος να ανακάμψει και να
παρουσιάσει ρυθμούς ανάπτυξης ύστερα από έξι χρόνια συνεχούς ύφεσης.
Καταλήγοντας πάντως, η εφημερίδα σημειώνει ότι η επίτευξη πρωτογενούς
πλεονάσματος αποτελεί ενθαρρυντικό σημάδι.
Από την πλευρά της η De Morgen,
σε δημοσίευμα υπό τον τίτλο «Η Ελλάδα βγαίνει αυτή την εβδομάδα στις
αγορές» αναφέρει ότι με τη σημερινή - κατά πάσα πιθανότητα - έξοδό της
στις αγορές η Ελλάδα θέλει να «τεστάρει» τις διαθέσεις των αγορών
απέναντί της.
Τέλος, η De Tijd δημοσιεύει
ρεπορτάζ με τίτλο «Η Ελλάδα επιστρέφει στις αγορές», όπου παρατίθενται
οι εκτιμήσεις του επικεφαλής του χαρτοφυλακίου ομολόγων της τράπεζας ING
A. Τζιασιάντι, ο οποίος θεωρεί ότι το κλίμα αυτή τη στιγμή είναι θετικό
απέναντι στην Ελλάδα, παρά το ότι οι κάτοχοι ομολόγων μεγάλης διάρκειας
υπέστησαν σημαντικές ζημιές μετά από την αναδιάρθρωση του ελληνικού
χρέους.